- καρχαρίας
- Κοινή ονομασία διαφόρων σελαχίων ψαριών της τάξης των σκουαλιμόρφων (σελαχοειδή πλαγιόστομα). Τα ψάρια αυτά χαρακτηρίζονται κυρίως από το κοντό ρύγχος, το πολύ μακρύ και λεπτό σώμα, την απουσία εδραίου πτερυγίου, την παρουσία 5-6 βραγχιακών σχισμών στα πλάγια της κεφαλής και από το στόμα, που συνήθως είναι εφοδιασμένο με πολυάριθμα μυτερά και στραμμένα προς τα πίσω δόντια. Η ουρά είναι πάντα χωρισμένη σε δύο ανισομήκη τμήματα (ετερόκερκος)· το σώμα καλύπτεται από χοντρό δέρμα συνήθως τραχύ, με πλακοειδή λέπια. Τα μάτια έχουν συχνά μια ειδική μεμβράνη, που καλύπτει την άκρη της κόγχης· το εξωτερικό αφτί λείπει· το αισθητήριο της όσφρησης είναι πολύ ανεπτυγμένο. Οι κ. είναι ζωοτόκοι οργανισμοί, που συναντώνται στα βαθιά νερά όλων των θαλασσών και ιδιαίτερα στις εύκρατες και στις θερμές περιοχές· είναι εξαιρετικά αδηφάγα ζώα και αρκετά είδη γίνονται επικίνδυνα για τον άνθρωπο.
Εκτός από τους κ. –που περιγράφονται με τη γενική ονομασία σκυλόψαρα (βλ. λ.)– αναφέρονται εδώ μερικά άλλα είδη που παρουσιάζουν σημαντικό ενδιαφέρον.
Ο φαλαινοκαρχαρίας είναι o μεγαλύτερος από τους υπάρχοντες σελάχιους· μπορεί να φτάσει σε μήκος τα 14 μ. –τα θηλυκά είναι γενικά μεγαλύτερα από τα αρσενικά, όπως συμβαίνει με όλα τα είδη κ.– και βάρος τους 15 τόνους. Χαρακτηρίζεται από την παρουσία κίτρινων στιγμάτων στο γκρίζο δέρμα του, το οποίο μπορεί να φτάσει σε πάχος τα 10 εκ. Είναι διαδεδομένος στον κόλπο του Μεξικού, συναντάται όμως και στους τρεις ωκεανούς. Δεν επιτίθεται στον άνθρωπο, ο οποίος –όταν τύχει να τον συλλάβει– χρησιμοποιεί το πολύ γερό δέρμα του και το πελώριο συκώτι του, του οποίου το λάδι είναι πολύ πλούσιο σε βιταμίνες. Η επιστημονική του ονομασία είναι Rhincodon typus.Σημαντικές επίσης διαστάσεις (μέγιστο μήκος 13 μ.) έχει ο κ. o γίγας, του οποίου το βάρος μπορεί να φτάσει τους 6,5 τόνους. Διαδεδομένος σε όλες τις θάλασσες, είναι κοινότατος στις βρετανικές ακτές· όπως και o προηγούμενος, τρέφεται με πλαγκτονικούς οργανισμούς, τους οποίους συγκρατεί φιλτράροντας το νερό με τα λεπτά κεράτινα προσαρτήματα που βρίσκονται στην εσωτερική πλευρά των βραγχιακών τόξων.
Ο ίσουρος, επικίνδυνος για τον άνθρωπο εξαιτίας της επιθετικότητάς του, είναι διαδεδομένος στη Μεσόγειο και στις θερμές ζώνες του Ατλαντικού· μακρύς έως 4 μ., είναι ευκίνητος και ταχύτατος τόσο ώστε να θεωρείται επίζηλη λεία για τους πιο δοκιμασμένους ψαράδες: το κρέας του είναι αρκετά εύγευστο. Ο κ. της Γροιλανδίας, διαδεδομένος στις ψυχρές θάλασσες του βορείου ημισφαιρίου, έχει κατά μέσο όρο μήκος 5 μ.· επιπλέει συχνά στην επιφάνεια της θάλασσας, σχεδόν ακίνητος, και γι’ αυτό αποκαλείται κ. ο νυσταλέος. Πριν από μερικές δεκαετίες οι ψαράδες του Βορρά τον κυνηγούσαν εντατικά.
Ο καρχαρόδουςσμπρίλιος της οικογένειας των ισουριδών συναντάται, αλλά όχι συχνά, σε όλες τις θερμές θάλασσες και σπανιότερα στις εύκρατες και μπορεί να φτάσει σε μήκος έως 12 μ. και σε βάρος τους 3 τόνους. Το μεγάλο του στόμα έχει σε κάθε σιαγόνα τριγωνικά δόντια, ύψους 7,5 εκ. το καθένα με άκρες πολύ κοφτερές και κάπως πριονωτές. Εξαιρετικά αδηφάγος, τρέφεται κυρίως με ψάρια πτερυγιόποδα και μικρά κήτη. Επειδή επιτίθεται και κατά του ανθρώπου, έχει ονομαστεί ανθρωποφάγος. Όπως και τα άλλα είδη της οικογένειας των ισουριδών, o κ. είναι ζωοτόκο ψάρι, χωρίς πλακούντα. Γεννά κάθε φορά μέχρι 10 το πολύ μικρά, μήκους 60 εκ.
λευκός κ. Κοινή ονομασία του είδους Carcharodon carcharias, που ανήκει στην οικογένεια των ισουριδών, της τάξης των πλευροτρηματικών, της ομοταξίας των χονδριχθύων. Είναι ο μεγαλύτερος κ. που υπάρχει –μετά βέβαια τον ειρηνικό φαλαινοκαρχαρία– και συνήθως δεν ξεπερνά σε μήκος τα 7 μ. Ιδιαίτερα τρομακτικό θέαμα αποτελούν τα τριγωνικά κοφτερά δόντια του, τα οποία φτάνουν σε μήκος τα 7,5 εκ. και σε αριθμό τα 3.000· φυτρώνουν σε πολλές διαδοχικές σειρές. Οι νεαροί λευκοί κ. τρέφονται με ψάρια καθώς και με άλλους καρχαρίες· οι ενήλικοι τρέφονται με μεγαλύτερα θηράματα, όπως φώκιες, διάφορες φάλαινες, βίδρες και θαλάσσιες χελώνες. Οι μεγάλοι λευκοί κ. δεν μασούν τη λεία τους, απλώς την τεμαχίζουν σε κομμάτια μεγέθους σαν το στόμα τους, τα οποία καταπίνουν ολόκληρα· ένα μεγάλο γεύμα μπορεί να ικανοποιήσει έναν λευκό κ. για διάστημα δύο μηνών. Οι απόψεις για την επικινδυνότητά του διαφέρουν. Ορισμένοι μελετητές τον θεωρούν μάλλον δειλό ζώο που αποφεύγει τον άνθρωπο, οι περισσότεροι όμως πιστεύουν ότι είναι το πιο επικίνδυνο και επιθετικό είδος κ., που δεν διστάζει ακόμα και να ανατρέψει πλοιάρια. Το βέβαιο είναι ότι κάθε χρόνο προκαλεί πολύ λιγότερα ανθρώπινα θύματα από άλλα είδη μικρότερων κ., γιατί είναι σχετικά σπάνιος.
Σκυλιόρρινος ή αστερόεσσα· το δέρμα αυτού του καρχαροειδούς, κατάλληλα επεξεργασμένο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως γυαλόχαρτο.
Κρανίο ίσουρου (Isurus oxyrhynchus)· πρόκειται για ένα είδος καρχαρία που είναι ιδιαίτερα επιθετικό, αδηφάγο και με ισχυρή οδοντοφυΐα, επικίνδυνο και για τον άνθρωπο.
Ο μεγάλος λευκός καρχαρίας ανήκει στην οικογένεια των ισουριδών (φωτ. ΑΠΕ).
* * *ο (AM καρχαρίας)θαλάσσιο αδηφάγο ψάρι με πριονωτά κοφτερά δόντια, σκυλόψαρονεοελλ.ζωολ.1. ονομασία είδους και, παλαιότερα, γένους σελαχίων ιχθύων2. γενική κοινή ονομασία πλευροτρηματικών σελαχίων τής ομοταξίας τών χονδριχθύων3. μτφ. (για ανθρώπους) αδηφάγος, άρπαγας, πλεονέκτηςαρχ.μτφ. αχόρταστος, που δεν χορταίνει («ἁ δὲ γαστὴρ ὑμέων καρχαρίας» — η κοιλιά σας δεν χορταίνει, Σώφρ.)[ΕΤΥΜΟΛ. < κάρχαρος + επίθημα -ίας (πρβλ. αλαζον-ίας, νεαν-ίας)].
Dictionary of Greek. 2013.